- Δεσποσιοναῦται
- Δεσποσιοναῦται, ῶν, οἱ, Helots at SpartaA who were freed on condition of serving at sea, Myro 2.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
δεσποσιοναύται — δεσποσιοναῡται, οι (Α) είλωτες στη Σπάρτη που απελευθερώθηκαν με τον όρο να υπηρετούν στο ναυτικό. [ΕΤΥΜΟΛ. < δεσπόσιος + ναύται, πληθ. τού ναύτης] … Dictionary of Greek